Ο εκφοβισμός στα παιδιά και ορισμένοι τρόποι αντιμετώπισης
Το bullying, ή αλλιώς εκφοβισμός, είναι ένας αρκετά γνωστός και πολυσυζητημένος όρος που απασχολεί τόσο ειδικούς ψυχικής υγείας και εκπαιδευτικούς, όσο και παιδιά αλλά και γονείς. Το bullying βέβαια δεν περιορίζεται στις τάξεις και στις αυλές των σχολείων αλλά μπορεί να εκδηλωθεί και σε άλλους χώρους που συνυπάρχουν παιδιά. Θα ήταν σημαντικό να σημειωθεί ότι ο εκφοβισμός παρατηρείται και μεταξύ ενηλίκων, σε χώρους εργασίας για παράδειγμα, καθώς και σε άλλα πλαίσια, αλλά στο συγκεκριμένο άρθρο θα εστιάσουμε την προσοχή μας σε ότι αφορά τον εκφοβισμό μεταξύ των παιδιών και εφήβων.
Αν μπορούσαμε να δώσουμε έναν «ορισμό» για το τι σημαίνει εκφοβισμός, θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια επαναλαμβανόμενη επιθετική συμπεριφορά ενός ατόμου προς κάποιο άλλο άτομο με σκοπό να το βλάψει είτε ψυχικά είτε σωματικά ή να το φέρει σε μια δύσκολη κατάσταση. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να έχει τη μορφή σωματικής βίας, λεκτικής βίας ή άλλων πράξεων και συμπεριφορών που μπορεί να έχουν κάποια αρνητική συνέπεια στον αποδέκτη αυτής της συμπεριφοράς.
Αρχικά, ο εκφοβισμός ξεκινά από την επιθυμία ενός ατόμου να βλάψει κάποιο άλλο άτομο, αλλά πολλές φορές υπάρχουν και κάποιες προϋποθέσεις για να εκδηλωθεί ο εκφοβισμός. Μια βασική προϋπόθεση είναι η ασυμμετρία δύναμης (σωματικής ή ψυχολογικής). Στην περίπτωση της σωματικής ασυμμετρίας το παιδί εισπράττει εκφοβισμό από κάποιο άλλο παιδί, το οποίο μπορεί να είναι πιο σωματώδες και πιο δυνατό. Από την άλλη, στην περίπτωση της ψυχολογικής ασυμμετρίας, το παιδί μπορεί να δέχεται εκφοβισμό από κάποιο άλλο παιδί, το οποίο μπορεί να είναι πιο κοινωνικό και πιο εξωστρεφές.
Επίσης, μια ακόμα προϋπόθεση είναι η ευχαρίστηση του επιτιθέμενου εκφοβίζοντας κάποιο άλλο άτομο καθώς και η αίσθηση καταπίεσης ή ταπείνωσης από την πλευρά του δέκτη. Από τη μεριά του δέκτη, θα λέγαμε ότι υπάρχει μια αίσθηση ανικανότητας να αμυνθεί, να προστατεύσει τον εαυτό του και δεν υπάρχει απαραίτητα κάποιος λόγος ο οποίος να προκαλεί τον εκφοβισμό. Το παιδί που δέχεται αυτή τη συμπεριφορά, δε σημαίνει ότι προκαλεί αλλά ούτε και ότι κάνει κάτι για να εισπράξει κάποιου είδους βίαιη συμπεριφορά.
Ο εκφοβισμός μπορεί να περιλαμβάνει την άσκηση φυσικής βίας, οποιασδήποτε σωματική επαφή που μπορεί να προκαλέσει πόνο, εσκεμμένο ή συχνό αποκλεισμό παιδιών από κοινωνικές δραστηριότητες, κοινωνική απομόνωση και επιδιωκόμενη απομάκρυνση των φίλων. Επίσης, μπορεί να εκδηλώνεται με σεξουαλική παρενόχληση ή οποιαδήποτε άλλη κίνηση που σχετίζεται με την παραβίαση της αξιοπρέπειας του παιδιού, χρήση υβριστικών ή περιπαικτικών εκφράσεων και οποιονδήποτε άλλων χαρακτηρισμών που έχουν σκοπό να υποτιμήσουν και να υποβιβάσουν το άτομο. Οι απειλές και εκβιασμοί όσον αφορά τη σωματική ακεραιότητα ή την ψυχολογική ευμάρεια του ατόμου είναι και αυτές μορφές εκφοβισμού. Υβριστικές ή περιπαικτικές εκφράσεις για τη φυλή, την εθνικότητα, τη θρησκεία, την ταυτότητα αναπηρίας ή τη σεξουαλική ταυτότητα του θύματος μπορούν επίσης να βλάψουν το άτομο που γίνεται δέκτης. Ο εκφοβισμός μπορεί επίσης να εκδηλωθεί με κλοπές ή και ζημιές στα προσωπικά αντικείμενα του θύματος, με διάδοση κακοηθών και ψευδών φημών και μέσω του ηλεκτρονικού εκφοβισμού ή αλλιώς cyber bullying.
Ένα αρκετά σημαντικό κεφάλαιο στο θέμα του εκφοβισμού έχει να κάνει με τον ηλεκτρονικό εκφοβισμό ή αλλιώς «cyber bullying». Ο ηλεκτρονικός εκφοβισμός περιγράφεται ως η επαναλαμβανόμενη και εκ προθέσεων βλάβη που προκαλείται διαμέσου της χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών, κινητών τηλεφώνων και άλλων ηλεκτρονικών συσκευών και εμφανίζεται συχνότερα σε ιστότοπους όπου συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός εφήβων. Το cyber bullying έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια λόγω του ότι τα νέα άτομα επενδύουν πολύ περισσότερο χρόνο στην κοινωνικοποίηση τους μέσω του διαδικτύου. Μπορεί να έχει τη μορφή απειλητικών, προσβλητικών ή υβριστικών μηνυμάτων ή e-mails, τη διάδοση φημών που δεν αληθεύουν, τη διάδοση ντροπιαστικών φωτογραφιών και έκθεση του θύματος στο διαδίκτυο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην περίπτωση του cyber bullying διότι ο θύτης μπορεί με μεγάλη ευκολία και άνεση να φέρει το θύμα σε πολύ άσχημη και άβολη θέση. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι η στοχοποίηση αυτή ενισχύεται από την απόσταση που λαμβάνει ο θύτης, μέσω των απρόσωπων και ανώνυμων διαπροσωπικών σχέσεων που δημιουργούνται στο διαδίκτυο.
Το πλαίσιο του εκφοβισμού περιλαμβάνει άτομα τα οποία μπορεί να εμπλέκονται είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο. Αυτοί που θεωρούνται ότι εμπλέκονται άμεσα είναι το παιδί που δέχεται βία και το παιδί ή η ομάδα παιδιών που ασκεί βία. Στο ρόλο των έμμεσα εμπλεκόμενων εντάσσονται τα παιδιά «θεατές» ή «παρατηρητές», οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και κατ’ επέκταση η ίδια η κοινωνία. Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αντιληφθούμε τον τρόπο που δομείται μια τέτοια συνθήκη καθώς επίσης και τους ρόλους που αναπαράγουμε, συντηρώντας το πρόβλημα.
Οι στρατηγικές αντιμετώπισης του εκφοβισμού συνοψίζονται σε 4 άξονες. Αρχικά, είναι καίριας σημασίας η ενημέρωση του παιδιού αλλά και των οικείων του για τη φύση του εκφοβισμού, για τους τρόπους εκδήλωσής του καθώς για τους τρόπους αντιμετώπισής του. Όταν το παιδί αισθανθεί ασφάλεια, σιγουριά και αντιληφθεί ότι τον κατανοούν οι οικείοι του, τότε ξεκινά και ενισχύεται η αυτοεκτίμησή του, η αυτοπεποίθησή του και απενοχοποιείται μέσα στο μυαλό του ο ίδιος του ο εαυτός που μπορεί να θεωρεί ότι αξίζει μια τέτοια συμπεριφορά.
Στο δεύτερο άξονα περιλαμβάνονται τα υποστηρικτικά πλαίσια που παρέχονται στο παιδί όπως είναι το οικογενειακό, το φιλικό, το σχολικό καθώς και το θεραπευτικό. Στο κομμάτι του θεραπευτικού πλαισίου, το παιδί μπορεί να ενισχυθεί και να βοηθηθεί μέσω ατομικής και ομαδικής ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης. Με αυτούς τους τρόπους παρέχεται στο παιδί υποστήριξη και ενθάρρυνση να μιλήσει για αυτά που του συμβαίνουν.
Σε ένα τρίτο άξονα, θεωρείται σημαντική η ενίσχυση κοινωνικοσυναισθηματικών δεξιοτήτων και στρατηγικών αντιμετώπισης. Ο στόχος είναι το παιδί να μπορέσει αναπτύξει με μεγαλύτερη ευκολία φιλίες και να μπορεί να διαχειρίζεται πιο αποτελεσματικά τις διαπροσωπικές συγκρούσεις που προκύπτουν. Επιπροσθέτως, η ενίσχυση των προσαρμοστικών στρατηγικών αντιμετώπισης των στρεσογόνων συνθηκών, καθιστά το παιδί λιγότερο ευάλωτο σε έντονες ψυχοσυναισθηματικές μεταβολές.
Στον τέταρτο και τελευταίο άξονα, εστιάζουμε κατά κύριο λόγο στο διαδικτυακό εκφοβισμό όπου το παιδί, όπως και οι γονείς, είναι καλό να γνωρίζουν τι προβλέπει η ασφαλής διαδικτυακή συμπεριφορά και πλοήγηση. Ορισμένες τεχνολογικές λύσεις προσφέρουν άμεση ανακούφιση του θύματος, περιορισμό του φοβικού ερεθίσματος και ανάκτηση του ελέγχου. Αυτές οι λύσεις είναι η αλλαγή ονόματος χρήστη, αλλαγή διεύθυνσης e-mail ή αριθμού τηλεφώνου, διαγραφή κακόβουλων επαφών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αποκλεισμός (blocking) μηνυμάτων ή χρηστών που μπορεί να έχουν σκοπό να βλάψουν το άτομο.
Συνοψίζοντας, θεωρείται πολύ σημαντικό να εντοπίζονται και να αναγνωρίζονται έγκαιρα πιθανά σημάδια που μπορεί να προμηνύουν την εκδήλωση εκφοβισμού. Η όσο το δυνατό καλύτερη επικοινωνία μεταξύ των γονιών και των παιδιών, καλλιεργεί ένα γόνιμο έδαφος εμπιστοσύνης, κατανόησης και αποδοχής το οποίο λειτουργεί βοηθητικά για τα παιδιά καθώς έχουν ένα σημείο αναφοράς και ασφαλούς έκφρασης των συναισθημάτων και των προβληματισμών τους.
Χρήστος Σάββα
Ψυχολόγος MSc
Γνωστικός Συμπεριφορικός Θεραπευτής